Δευτέρα 7 Σεπτεμβρίου 2015

Αόρατες Πόλεις

Οι πόλεις μας κάπου αλλού


   Το βιβλίο αυτό το αγόρασα στο καλοκαιρινό παζάρι του Καστανιώτη. Δεν ήταν το βιβλίο στο οποίο στόχευα εκείνη την ημέρα αλλά, λόγω έλλειψης του επιθυμητού, κατέληξα με τις «Αόρατες Πόλεις».  Έκτοτε το έχω διαβάσει δύο φορές.
   Πρόκειται για μία συλλογή ολιγοσέλιδων περιγραφών φανταστικών πόλεων, που παρουσιάζονται ως εντυπώσεις του Μάρκο Πόλο για λογαριασμό του κατακτητή-άρχοντά τους Κουμπλάι Χαν. Οι συζητήσεις των δύο τελευταίων ανοίγουν και κλείνουν κάθε κεφάλαιο.
    Οι αόρατες πόλεις είναι πόλεις μακρινές και άγνωστες. Πόλεις με γυναικεία ονόματα. Πόλεις που δε θα γνωρίσουμε ποτέ και που ταυτόχρονα νοιώθουμε ότι κάτι μας θυμίζουν. Ο  αναγνώστης ανάλογα με τη χρονική στιγμή όπου τον βρίσκει το βιβλίο -πάντα παίζει ρόλο το timing- αναγνωρίζει τον εαυτό του ως κάτοικο μίας ή περισσότερων πόλεων. 

   Η δημιουργία των πόλεων, το πώς έφτασαν να είναι αυτό που είναι, το πότε, το πώς, το από ποιόν και το γιατί, φαίνεται να κρύβει το κλειδί που ξεκλειδώνει όλες τους τις πόρτες και σου δίνει χάρτη και οδηγίες χρήσης (σε όλες τις γλώσσες). Σκέφτομαι μια φίλη που προτείνει κάθε τόσο να φύγουμε και να φτιάξουμε όλοι μαζί οι αγαπημένοι ένα χωριό κάπου μακριά, κάπου αλλού. Εγώ, τότε, φαντάζομαι μια πόλη που το μπλε του ουρανού και της θάλασσας είναι ένα και αναμειγνύεται με τα σπίτια και τους ανθρώπους, έτσι ώστε, κάθε στιγμή, να νοιώθεις σαν να πετάς ή να κολυμπάς…
   Στον πρόλογο ο συγγραφέας αναφέρει: «το ”αλλού” μπορούμε να πούμε πως δεν υπάρχει πλέον, και όλος ο κόσμος τείνει να ομογενοποιηθεί». Είναι αλήθεια πως δε χρειάζεται να πας στην Ιταλία για να φας gelato και κάποιος μου είπε ότι στην Αμερική έχουν αντίγραφο του Παρθενώνα, τη στιγμή που ο δικός μας κοντεύει να εξαφανιστεί. Παγκοσμίως ντυνόμαστε από τα ίδια μαγαζιά και χρησιμοποιούμε τις ίδιες συσκευές. Κάθε πόλη, όμως, είναι ιδιαίτερη και μοναδική και έχει ενδιαφέρον ακόμα κι αν έχουμε δει το trailer. Γιατί σε αυτήν ζουν και τη διαμορφώνουν ιδιαίτεροι και μοναδικοί άνθρωποι, μέρα με τη μέρα. Και αυτό θα ισχύει όσο οι άνθρωποι θα προσπαθούν να αντιστέκονται, έστω και λίγο, σε ότι θέλει να μας κάνει ομογενοποιημένους και κοινότυπους…

Δύο αποσπάσματα που με έκαναν να σκεφτώ την πόλη μου:

«…Έχοντας πει αυτά είναι μάταιο να ορίσουμε αν η Ζηνοβία πρέπει να ταξινομηθεί ανάμεσα στις ευτυχισμένες ή τις δυστυχισμένες πόλεις. Δεν είναι σε αυτά τα δύο είδη που έχει νόημα να χωρίζουμε τις πόλεις, μα σε άλλα δύο: εκείνες που συνεχίζουν μέσα από τα χρόνια και τις αλλαγές να δίνουν μορφή στις επιθυμίες και εκείνες στις οποίες οι επιθυμίες είτε κατορθώνουν να αναιρέσουν την πόλη είτε να αναιρεθούν οι ίδιες.»

«…Η Φιλίδα γίνεται ένας χώρος στον οποίο χαράζονται διαδρομές ανάμεσα σε σημεία που αιωρούνται στο κενό, ο πιο σύντομος δρόμος για να φτάσεις στην τέντα εκείνου του εμπόρου αποφεύγοντας την πόρτα εκείνου του δανειστή. Τα βήματά κυνηγάνε αυτό που δε βρίσκεται έξω από το οπτικό σου πεδίο αλλά μέσα, θαμμένο και σβησμένο: αν ανάμεσα σε δύο υπόστεγα το ένα εξακολουθεί να σου φαίνεται περισσότερο χαρούμενο, επειδή πριν από τριάντα χρόνια περνούσε από εκεί μια κοπέλα με φαρδιά κεντημένα μανίκια, ή επειδή σε μία συγκεκριμένη ώρα λούζεται στο φως, όπως εκείνο το άλλο υπόστεγο το οποίο δε θυμάσαι πλέον που βρισκόταν…»

Ιταλό  Καλβίνο, «Οι Αόρατες Πόλεις», Εκδόσεις Καστανιώτη-Εικοστός Αιώνας,
Μετάφραση: Ανταίος Χρυσοστομίδης




Δεν υπάρχουν σχόλια: