Δευτέρα 2 Νοεμβρίου 2015

Η συμμορία της άρπας




























  Για τα βιβλία του Μένη Κουμανταρέα μου έχουν μιλήσει δύο άνθρωποι που εκτιμώ ιδιαίτερα. Το συγκεκριμένο μου τράβηξε το ενδιαφέρον λόγω τίτλου: η τοποθέτηση της λέξης «συμμορία» δίπλα στη λέξη «άρπα» δημιουργεί ένα ήδη ενδιαφέρον λογοτεχνικό σύνολο.

   «Η συμμορία της άρπας» εκδόθηκε το 1993 και διαδραματίζεται στις πολυπολιτισμικές γειτονιές της Αθήνας. Της Αθήνας «στο τέλος του αιώνα». Η ιστορία ξεκινάει με μια γνωριμία. Με αφορμή ένα μουσικό περιοδικό ένας ιδιόμορφος και ιδιότροπος γέρος πλησιάζει έναν νεότερο άντρα. Με αφορμή το κοινό τους ενδιαφέρον για τη μουσική, του αποκαλύπτει την ιδιόμορφη και ιδιότροπη ζωή του. Είναι ένας καθηγητής της άρπας, ένας αποτυχημένος μουσικός, ένας στοιχειωμένος άνθρωπος. Φοράει πάντα γάντια και ζει παρέα με έναν παράξενο υπηρέτη και μια έφηβη μαθήτρια. Η συνάντηση γρήγορα εξελίσσεται σε μία ακολουθία μυστηρίων που ανατρέπουν επαναλαμβανόμενα την οπτική του πρωταγωνιστή. Ο ίδιος ελκύεται από τον ήχο της άρπας και τη γοητεία του σκοταδιού στο οποίο διαγράφονται αυτές οι νέες φιγούρες, που τον καλούν να εμπλακεί στη ζωή τους. Γίνεται παρατηρητής και συμμέτοχος της «συμμορίας» και οδηγείται να αναθεωρήσει τη δική του συμβατική ροή της καθημερινότητας…


   Χωρίς να υπονοώ ότι δεν απήλαυσα την ανάγνωση οφείλω να ομολογήσω ότι όταν έκλεισα το βιβλίο, ένοιωσα θλίψη. Για την διαστροφή που ενίοτε ακολουθεί τους καλλιτέχνες, για το ταλέντο που φυτρώνει στα πιο απροσπέλαστα σημεία, για τις πικρές ιστορίες που κάλλιστα θα μπορούσαν να είναι πραγματικές. Επιμένω να φαντάζομαι τους ταλαντούχους ανθρώπους ως παντοδύναμους θεούς που κατέχουν τη γνώση και τα εργαλεία για να παράγουν ομορφιά. Αυτή είναι μία από εκείνες τις διηγήσεις που μου θύμισαν ότι η τέχνη, όπως ανυψώνει, έτσι, πολλές φορές,  κατατρώει τους κοινωνούς της.
    Δεν ξέρω γιατί τα βιβλία που επιλέγω τελευταία είναι τόσο λυπητερά… Και αναρωτιέμαι αν οι επιλογές μου είναι τυχαίες, αν υπάρχει κάποια υπερκοσμική έλξη, ή αν εγώ το παρόν χρονικό διάστημα διαβάζω υποκειμενικά θλιμμένα. Ίσως οι εντυπώσεις μου να φιλτράρονται από την οπτική του μισοάδειου ποτηριού.
   Αν πάντως κάποιος έχει να προτείνει ένα βιβλίο στο οποίο θα αδυνατώ να βρω λόγους να στενοχωρηθώ, είμαι πρόθυμη να το διαβάσω!

Από το ανάγνωσμα αυτό, τα αγαπημένα μου αποσπάσματα:

«Αλήθεια, ποια ήταν αυτή η δύναμη που ανάβλυζε μέσα απ’ αυτό το αδύνατο και νευρικό πλάσμα; Έπαιζε σαν ένα παιδί που οι θεοί το προίκισαν απλόχερα με όλα τα ουράνια δώρα, και που εκείνη τα χρησιμοποιούσε σπάταλα μαζί και περιγελαστικά. Σπάζοντας το φράγμα της ομορφιάς και πλησιάζοντας τον καθρέφτη της αλήθειας. Να, λοιπόν, που οι περιλάλητες αξίες υπήρχαν ακόμα. Κι ας το αμφισβητούσαν όσοι νεκρολογούσαν τον αιώνα. Έκλεισα τα μάτια κι ευχήθηκα να κρατήσει το δώρο αυτό για πάντα.
Με την τελευταία νότα ξαναγύρισα στην αθλιότητα. Γιατί η μουσική να τελειώνει;»

«Α, φίλε μου, ανέμισε τα γάντια του, αν κάτι έχει χαθεί στις μέρες μας – να το θυμάσαι – αυτό είναι η μοναδικότητα, το πρωτότυπο. Αλίμονο, έχουμε πια ξεχάσει ότι η τέχνη δεν είναι υποκατάστατο. Φθηνό μέσο διασκέδασης και πλουτισμού. Παυσίπονο στις ασήμαντες ενοχλήσεις μας, που τις μεγαλοποιούμε. Είναι μια πράξη γενναιόδωρη και δημιουργική. Περιέχει χυμούς. Οσμές. Ορμές. Σαν τη συνουσία κι αυτή.  Με καταλαβαίνεις τώρα; Απ’ αυτό ξεχωρίζει ένα έργο ζωντανό από ένα άλλο νεκρωμένο. Από την επιθυμία που μας παρακινεί να το μιμηθούμε. Να ζήσουμε πιο έντονα και πιο κοντά στην αλήθεια. Να νιώσουμε την ολοκλήρωσή μας ως όντα προικισμένα με λογική και με συναίσθημα, που το ένα ελέγχει το άλλο. Μόνο τότε φτάνουμε στην αρμονία, που είναι η βάση της μουσικής. Εκ των υστέρων έρχεται η αντίστιξη που σου μαθαίνει να συνυπάρχεις.»


Μένης Κουμανταρέας, «Η συμμορία της άρπας», Εκδόσεις Κέδρος


Δεν υπάρχουν σχόλια: